ΠΕΛΕΤΙΔΗΣ

Έκτακτη χρηματοδότηση του Δήμου, για την κάλυψη της μισθοδοσίας και των ασφαλιστικών εισφορών των συμβασιούχων εργαζόμενων, που παραμένουν στις θέσεις τους με δικαστικές αποφάσεις, ζητά από τον Πρωθυπουργό, κ. Κ. Μητσοτάκη, ο Δήμαρχος Πατρέων, Κώστας Πελετίδης, ο οποίος του απέστειλε και επιστολή αιτούμενος συνάντηση μαζί του για το θέμα.

Στην επιστολή του ο Δήμαρχος αναφέρει:

«Κύριε Πρωθυπουργέ,

Εκ μέρους του Δημοτικού Συμβουλίου της Πάτρας, ζητούμε, άμεσα, τον προγραμματισμό συνάντησης μαζί σας, ώστε να σας εκθέσουμε το σοβαρό ζήτημα της οικονομικής κατάστασης του Δήμου Πατρέων, όπως αυτή διαμορφώνεται και μετά από σειρά δικαστικών αποφάσεων, βάσει των οποίων οι συμβασιούχοι εργαζόμενοι των οκταμήνων του ΟΑΕΔ, επανέρχονται στις θέσεις τους μετά τη λήξη των προγραμμάτων, για ένα μεγαλύτερο ή μικρότερο χρονικό διάστημα.

Θεωρούμε πως πρέπει, με παρέμβασή σας, να δοθεί έκτακτη χρηματοδότηση στο Δήμο Πατρέων, για την κάλυψη του κόστους των εν λόγω δικαστικών αποφάσεων, ώστε να μην οδηγηθεί ο Δήμος σε οικονομική χρεωκοπία.

Αυτή την περίοδο, στο Δήμο μας, με αποφάσεις του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, έχουν επανέλθει οι εξής εργαζόμενοι. Την 1/6/2022 επανήλθαν 289 συμβασιούχοι του ΟΑΕΔ από τη Δημόσια Πρόσκληση ΟΑΕΔ 16/2017. Την 1/7/2022 επανήλθαν άλλοι 110 εργαζόμενοι, από τη Δημόσια Πρόσκληση ΟΑΕΔ 3/2019. Τέλος, στις 12/7/2022, επανήλθαν άλλοι 315 εργαζόμενοι, των οποίων ο κύριος όγκος προέρχεται από τη Δημόσια Πρόσκληση ΟΑΕΔ 2/2020. Δηλαδή, σήμερα, στο Δήμο μας εργάζονται 714 συμβασιούχοι εργαζόμενοι από προηγούμενα προγράμματα, συν 400 από το τρέχον πρόγραμμα του ΟΑΕΔ. Σύνολο, δηλαδή, 1.114 άτομα.

Η πολύ σοβαρή οικονομική επιβάρυνση του Δήμου Πατρέων, προκύπτει, επειδή τα δικαστήρια, μετακυλίουν το ασφαλιστικό και μισθολογικό κόστος για τους εν λόγω εργαζόμενους στο Δήμο Πατρέων, ενώ κατά τη διάρκεια του προγράμματος, αυτό ήταν υποχρέωση του ΟΑΕΔ και του Υπουργείου Εργασίας, που τους προσέλαβε. Η μισθοδοσία και οι ασφαλιστικές εισφορές των εργαζομένων, είναι κυβερνητική ευθύνη, καθώς η σύμβασή τους εξαρχής έγινε με τον ΟΑΕΔ και το Υπουργείο Εργασίας.

Αποτέλεσμα της κατάστασης αυτής, η οποία διαρκεί πολλά χρόνια και για την οποία έχουμε στείλει επιστολές, έχουμε πραγματοποιήσει διαβήματα, έχει απασχολήσει συναντήσεις μας με Υπουργούς, έχει αποτελέσει το επίκεντρο κινητοποιήσεων και αγώνων, είναι, από το 2019 έως σήμερα, ο Δήμος Πατρέων να έχει δαπανήσει, από ίδιους πόρους, περί τα 11.500.000 ευρώ. Το ποσό αυτό, θα αυξάνεται αλματωδώς τους ερχόμενους μήνες, καθώς, η μισθοδοσία και οι ασφαλιστικές εισφορές για το σύνολο των συμβασιούχων που παραμένουν στις θέσεις τους με δικαστικές αποφάσεις, ανέρχεται περίπου στα 715.000€ μηνιαίως.

Όπως είναι εύκολα κατανοητό, η επιβάρυνση αυτή έρχεται να «τσακίσει» τον ήδη οριακό προϋπολογισμό του Δήμου. Έναν προϋπολογισμό, που έχει καταρτιστεί στο έδαφος της υποχρηματοδότησης, καθώς σύμφωνα με τα κριτήρια κατανομής των Κεντρικών Αυτοτελών Πόρων (ΚΑΠ) του Νόμου «Καλλικράτη», ο Δήμος Πατρέων έπρεπε να λαμβάνει ετησίως 91 εκατομμύρια ευρώ και παίρνει αντ’ αυτού 24. Έναν προϋπολογισμό, που προσπαθεί να «χωρέσει» τις 200 και πλέον αρμοδιότητες που έχουν μεταφερθεί στους Δήμους τα τελευταία χρόνια, χωρίς την αντίστοιχη χρηματοδότηση. Έναν προϋπολογισμό, που προσπαθούμε, να μη μεταφέρει τα βάρη, μέσω δεύτερης και τρίτης φορολόγησης, στον πατραϊκό λαό. Συνεπώς, πιστεύουμε ότι δεν είναι σωστό να καλείται ο πατραϊκός λαός, το σύνολο των εργαζομένων και ανέργων της Πάτρας, να καλύψει εκ νέου, μέσω του δημοτικού προϋπολογισμού, μέσω της στέρησης έργων και υπηρεσιών, τις δαπάνες που αναφέρθηκαν.

Αποτέλεσμα όσων περιγράψαμε, καθώς και της πολιτικής επιλογής ενίσχυσης των ελαστικών σχέσεων εργασίας και της προσωρινότητας, είναι να δημιουργούνται τέτοιου είδους καταστάσεις, που κρατούν τους εργαζόμενους σε «ομηρία» και οδηγούν το Δήμο σε οικονομική δυσπραγία. Οι μεν εργαζόμενοι αναγκάζονται να μπαινοβγαίνουν στα δικαστήρια, δεν μπορούν να σχεδιάσουν τη ζωή τους μακροπρόθεσμα, στην ουσία έχουν μισή δουλειά και μισθό που δεν καλύπτει ούτε τις βασικές τους ανάγκες. Ο δε Δήμος, επίσης δεν μπορεί να σχεδιάσει σωστά τη λειτουργία των Υπηρεσιών του, καθώς οι συμβασιούχοι εργαζόμενοι δεν κατανέμονται με βάση τις ανάγκες του Δήμου, θεωρούνται από τον ΟΑΕΔ «ωφελούμενοι», με συνέπεια να απαγορεύεται να κάνουν μία σειρά πράγματα, όπως να χειριστούν βαριά οχήματα, μηχανήματα, να συμμετέχουν στην αποκομιδή των απορριμμάτων κτλ.

Λύση σ’ αυτό, δεν είναι άλλη, παρά η προκήρυξη μόνιμων θέσεων εργασίας στους Δήμους, με βάση τις ανάγκες τους. Η ενίσχυση των Δήμων με επαρκές προσωπικό, με τις κατάλληλες ειδικότητες και με κάλυψη της μισθοδοσίας από τον Κρατικό Προϋπολογισμό, όπως γίνεται με όλους τους δημόσιους υπαλλήλους».