Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα για την εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών, η Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου, Κατερίνα Γεροπαναγιώτη και ο Αντιδήμαρχος Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Προγραμματισμού, Βασίλης Θωμόπουλος, πραγματοποίησαν επίσκεψη στον «Ξενώνα Κακοποιημένων Γυναικών» του Δήμου Πατρέων και είχαν συνάντηση με τις γυναίκες και τους εργαζόμενους της δομής.
Μετά το τέλος της επίσκεψης, η Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου, Κατερίνα Γεροπαναγιώτη δήλωσε: «Οι γυναίκες που σήμερα φιλοξενούνται στον Ξενώνα είναι πρόσφυγες από τις χώρες της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής. Αυτό επιβεβαιώνει ότι η βία είναι νύχι-κρέας με ένα άδικο κοινωνικό και οικονομικό σύστημα, που γεννά φτώχεια πολέμους ανεργία. Βεβαίως, δεν μπορεί παρά να επηρεάζει και τις σχέσεις στην οικογένεια.
Είναι γυναίκες που βιώνουν στη πράξη το ξεριζωμό από τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις στις χώρες τους, ταυτόχρονα με την ανισότιμη θέση τους λόγω του φύλου.
Η βία κατά των γυναικών, αυτό το σοβαρό και υπαρκτό κοινωνικό φαινόμενο, συνδέεται άρρηκτα με τις εκμεταλλευτικές κοινωνίες όπου κυριαρχεί ο ανταγωνισμός, ο ατομικός τρόπος ζωής, οι αναχρονιστικές απόψεις για τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία, που αγκαλιάζουν και τις σχέσεις μεταξύ των δύο φύλων. Παραβλέποντας όλα αυτά, κυβέρνηση και Ευρωπαϊκή Ενωση αντιμετωπίζουν το φαινόμενο με μεγάλες δόσεις υποκρισίας, με κριτήριο το «κόστος» για το κράτος, για την εργοδοσία και όχι την ουσιαστική κοινωνική προστασία των κακοποιημένων γυναικών.
Η σωματική, λεκτική, ψυχολογική ή όποια άλλη μορφή βίας, υφίστανται οι γυναίκες, δεν προκύπτει σε «κενό αέρος». Ούτε περιορίζεται σε συγκεκριμένες μορφές, όπως η ενδοοικογενειακή βία, η πορνεία, το εμπόριο ανθρώπων, στις οποίες ύπουλα εστιάζουν.
Οι γυναίκες σήμερα αντιμετωπίζουν μια εργασιακή ζούγκλα. Βιώνουν την εργοδοτική και κρατική βία. Ζουν τον εφιάλτη της ανεργίας και των ευέλικτων εργασιακών σχέσεων, την βία του να μην έχεις αργία ούτε μια Κυριακή για να την αφιερώσεις στην οικογένεια και στα ενδιαφέροντά σου. Στο Δήμο Πάτρας το 80% περίπου όσων δουλεύουν με ελαστικές σχέσεις είναι γυναίκες. Εργάζονται χωρίς συλλογικές συμβάσεις και δικαιώματα, πολλές χωρίς να δικαιούνται άδειες μητρότητας και επιδόματα. Άλλες βιώνουν την βία της απόλυσης, λόγω εγκυμοσύνης, φέτος για πρώτη φορά και με την βούλα του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Εργαζόμενες απολύονται γιατί τολμούν να διεκδικήσουν τα αυτονόητα δικαιώματά τους στην εργασία και την μητρότητα, η συνδικαλιστική δράση, η απεργία αντιμετωπίζονται με το εργοδοτικό μαστίγιο και την κρατική καταστολή. Σε αυτό το απάνθρωπο εργασιακό καθεστώς καταγράφονται περιστατικά σεξουαλικής παρενόχλησης και στον χώρο εργασίας.
Στη χώρα μας οι υπηρεσίες πρόληψης και στήριξης των κακοποιημένων γυναικών δεν διαθέτουν το απαραίτητο προσωπικό, ούτε την αναγκαία χρηματοδότηση. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ επαφίεται στα ευρωπαϊκά κονδύλια, με ημερομηνία λήξης για την χρηματοδότηση των δομών πρόληψης και στήριξης των κακοποιημένων γυναικών. Σήμερα που υπάρχουν όλες οι δυνατότητες δεν μας αρκεί να συμβιβαστούμε με τα ψίχουλα των ευρωπαϊκών προγραμμάτων για ολιγοήμερη φιλοξενία στους ξενώνες και μετά μες στη μιζέρια της «φιλόπτωχης αλληλεγγύης», αντί να διεκδικήσουμε δουλειά με δικαιώματα, αξιοπρεπή μισθό, προνοιακές παροχές.»
Ο Αντιδήμαρχος Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Προγραμματισμού, Βασίλης Θωμόπουλος, δήλωσε: «Από την 01/11/2013 ο Δήμος Πατρέων λειτουργεί το Ξενώνα Φιλοξενίας Κακοποιημένων Γυναικών. Στον Ξενώνα, εκτός από τις γυναίκες διαμένουν και τα ανήλικα τέκνα τους. Συγκεκριμένα, μέχρι και σήμερα, έχουν φιλοξενηθεί στους χώρους του Ξενώνα 46 γυναίκες ηλικίας από 19 ετών έως και 59 ετών και 55 ανήλικα παιδιά, ηλικίας από 7 ημερών έως και 16 ετών. Σήμερα φιλοξενούνται 5 γυναίκες και 13 παιδιά, ενώ απασχολούνται 9 εργαζόμενοι.
Η ίδια η πείρα επιβεβαιώνει ότι η λειτουργία των Δομών αυτών πρέπει να είναι υπόθεση του Κράτους, με αποκλειστικά δημόσια χαρακτηριστικά και παροχή πιστώσεων από τον Κρατικό Προϋπολογισμό, με τους εργαζόμενους σε μόνιμες θέσεις εργασίας με πλήρη εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα και όχι εξαρτημένοι από προγράμματα που στην περίπτωση της μη συνέχισής τους, παύει η λειτουργία των Δομών και η δουλειά των εργαζομένων».