ΠΕΛΕΤΙΔΗΣ ΓΣ ΔΗΜΑΡΧΩΝ

Ο Δήμαρχος Πατρέων, Κώστας Πελετίδης, μιλώντας, σήμερα, στην έκτακτη συνάντηση των Δημάρχων, που συγκάλεσε η ΚΕΔΕ (Κεντρική Ένωση Δήμων Ελλάδας) προκειμένου να συζητηθούν και να ληφθούν αποφάσεις για τα κρίσιμα ζητήματα  που αφορούν στην οικονομική βιωσιμότητα και τη λειτουργία των Δήμων, τόνισε τα εξής:

«Η σημερινή Γενική Συνέλευση των Δημάρχων, λαμβάνει χώρα σε ένα περιβάλλον, κοινωνικού και πραγματικού πολέμου, όπου ο λαός δέχεται απ’ όλες τις πλευρές, την επίθεση του κεφαλαίου, ντόπιου και διεθνούς.

Θεωρούμε απαράδεκτη την εισβολή της Ρωσίας στο έδαφος της Ουκρανίας, η οποία πρόκειται για την τυπική έναρξη ενός πολέμου που προετοιμαζόταν για καιρό, στο έδαφος της συσσωρευμένης έντασης και του σκληρού ανταγωνισμού ΗΠΑ/ΝΑΤΟ -  ΕΕ – Ρωσίας, στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Ευρώπης και όχι μόνο.

Το σύνθημα «Οι ιμπεριαλιστές τη γη ξαναμοιράζουν, με των λαών το αίμα τα σύνορα χαράζουν» επιβεβαιώνεται. Το ίδιο συμβαίνει με όσα είπε ο Κώστας Βάρναλης στη «Μπαλάντα του κυρ Μέντιου»: «και στον πόλεμο όλα για όλα, κουβαλούσα πολυβόλα, να σκοτώνονται οι λαοί για τ’ αφέντη το φαΐ». Και όσοι Δήμαρχοι βρισκόμαστε εδώ σήμερα και έχουμε καταγωγή από τη Μικρά Ασία και τον Πόντο –και φυσικά όχι μόνο εμείς-, ας ανατρέξουμε στα γεγονότα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ας τα αντιπαραβάλλουμε με τα σημερινά γεγονότα, ας δούμε το στρατόπεδο που είχε διαλέξει και τότε η χώρα μας και τι έγινε στη συνέχεια με τους νικητές και τους ηττημένους και πώς οδηγηθήκαμε στη Μικρασιατική Καταστροφή.

Φυσικά θα είμαστε δίπλα στους πρόσφυγες, σε όσους έρχονται σήμερα από την Ουκρανία και όλους όσους ξερίζωσαν και θα συνεχίσουν να ξεριζώνουν από τον τόπο τους οι πόλεμοι, όσο συνεχίζεται η εγκληματική πολιτική όσων έχουν την εξουσία και τσαλαπατούν τους λαούς. Ανάμεσα σε αυτούς, στους αφεντάδες από τη μία και τους λαούς από την άλλη, πρέπει να επιλέξουμε πλευρά.

Για αυτά τα οικονομικά συμφέροντα των λίγων, οδηγούνται σε καταστροφή οι λαϊκές οικογένειες, με τη φτώχεια, την ανεργία, τις στερήσεις, να έχουν φτάσει σε πρωτοφανή επίπεδα. Δεν υπάρχει οικογένεια που δεν υποφέρει σε αυτό το περιβάλλον.

Όλα τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι δημότες μας και κατ’ επέκταση οι Δήμοι, έχουν αναφερθεί αναλυτικά στο πρόσφατο Συνέδριο της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας, μετά από το οποίο, πραγματοποιήθηκαν μία σειρά συναντήσεις, ξεκινώντας από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό και φτάνοντας σε μία σειρά Υπουργούς και στελέχη της Κυβέρνησης. Και ακριβώς επειδή απ’ αυτές τις συναντήσεις δε βγήκε κανένα αποτέλεσμα για τα φλέγοντα ζητήματα που αντιμετωπίζουμε καθημερινά, η πλειοψηφία της ΚΕΔΕ εξαντλεί τις ικανότητές της στην περιγραφή προβλημάτων, τη δημιουργία επιτροπών, συνεδρίων, συναντήσεων. Με τον τρόπο αυτό, συναινεί στο «παιχνίδι» μετατροπής των Δήμων σε «αμορτισέρ» που απορροφά τους κραδασμούς ενός συστήματος που βρίσκεται σε σήψη και παρακμή.

Είναι γνωστό και το έχουμε επαναλάβει αρκετές φορές, ότι όλοι οι Δήμοι της χώρας, υφίστανται, ιδιαίτερα μετά το 2010, άγρια περικοπή της κρατικής χρηματοδότησής τους. Ενώ μάλιστα, με βάση τον ίδιο τον αντιλαϊκό Νόμο 3852/2010 («Καλλικράτης»), οι Κυβερνήσεις υποχρεούνται να δίνουν πάνω από 5 δις ευρώ στους Δήμους, δίνουν 65% λιγότερα. Ο Δήμος Πατρέων, αν εφαρμοζόταν έστω αυτός ο Νόμος, θα έπρεπε να χρηματοδοτηθεί με 91 εκατομμύρια και αυτή τη στιγμή απ’ τους ΚΑΠ λαμβάνει 23 εκατομμύρια ευρώ. Αυτό οδηγεί τους Δήμους σε αδυναμία να λειτουργήσουν μία σειρά Υπηρεσίες, καθώς και να πραγματοποιήσουν απαραίτητα έργα. Άρα, με αυτή την πολιτική, ή θα οδηγηθούν οι Δήμοι σε απραξία ή θα πρέπει να αρχίσουν να φορτώνουν κι άλλο τον ήδη υπερφορολογημένο λαό.

          Αντίστοιχα είναι τα πράγματα, όσον αφορά στο προσωπικό των Δήμων, καθώς εδώ και σχεδόν δύο δεκαετίες απαγορεύονται οι προσλήψεις στο δημόσιο τομέα, με αποτέλεσμα, καθώς οι συνταξιοδοτήσεις είναι συνεχείς, οι εργαζόμενοι να μειώνονται συνεχώς. Φυσικά, δεν είναι τυχαίο που το κράτος δεν παίρνει μέτρα για την αναπλήρωσή τους. Στοχεύει στο να μην είναι σε θέση οι υπηρεσίες των Δήμων να φέρουν εις πέρας το έργο τους και αυτό να χρησιμοποιηθεί ως άλλοθι για την είσοδο εργολάβων σε μία σειρά κρίσιμους και ευαίσθητους τομείς. Στόχος είναι οι Δήμοι να αποτελούν απλούς ελεγκτικούς μηχανισμούς. Η κατάσταση αυτή αποτελεί πρόκληση, ειδικά από τη στιγμή που κάθε πόλη έχει χιλιάδες ανέργους, οι οποίοι πετιούνται στο περιθώριο.

          Την ίδια στιγμή που η χρηματοδότηση των Δήμων και το προσωπικό τους, δεν επαρκούν για την εύρυθμη λειτουργία των υπηρεσιών, περνούν στους Δήμους συνεχώς νέες αρμοδιότητες, πάνω από 200 τα τελευταία χρόνια. Σκοπός των Κυβερνήσεων, είναι λοιπόν, μέσω των Δήμων, να προχωρά η εμπορευματοποίηση και η ιδιωτικοποίησή τους. Γι’ αυτό περνούν στην ευθύνη των Δήμων τα σχολεία, η λειτουργία και η καθαριότητά τους, η διαχείριση των απορριμμάτων, οι παιδικοί σταθμοί, οι αθλητικές εγκαταστάσεις και τα δημοτικά γήπεδα, οι παιδικές χαρές, η Πολιτική Προστασία, η ναυαγοσωστική κάλυψη, η διαχείριση των αδέσποτων ζώων, τα ετοιμόρροπα κτίρια και μάλιστα, ετοιμάζουν το ίδιο να γίνει και με την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας.

          Σε όλα τα παραπάνω, έρχονται να προστεθούν οι συνέπειες της ακρίβειας σε όλα τα βασικά αγαθά, πράγμα που έχει πολύ σοβαρές επιπτώσεις στον προϋπολογισμό της λαϊκής οικογένειας και έχει επιπτώσεις και στον προϋπολογισμό των Δήμων.

Το κόστος ενέργειας, που έχει αυξηθεί πάνω από 100%, το κόστος καυσίμων, του οποίου η αύξηση ξεπερνά το 75%, σύμφωνα με τα στοιχεία που δίνει η ίδια η ΚΕΔΕ, αλλά και το κόστος των υλικών και όλων των αναγκαίων εφοδίων και αναλωσίμων, έχουν ως συνέπεια, οι προϋπολογισμοί των Δήμων να κινδυνεύουν.

Η Κυβέρνηση δε μιλάει για την αιτία της ιλιγγιώδους αύξησης του ενεργειακού κόστους, αύξηση που είχε ξεκινήσει πριν την πολεμική αναμέτρηση, λόγω των πράσινων φόρων που έχουν μπει στους λογαριασμούς, της πολιτικής της απολιγνιτοποιήσης, του χρηματιστηρίου ρύπων κτλ. Και είναι εμπαιγμός αυτά που ακούμε, ότι δήθεν τα λιγνιτωρυχεία κλείνουν για να προστατευθεί το περιβάλλον, λες και οι κάτοχοι του πλούτου, των οποίων ακριβώς οι επενδύσεις, οι πόλεμοι και τα όπλα που χρησιμοποιούν για να τις προστατεύσουν, είναι η αιτία της καταστροφής του περιβάλλοντος, ξαφνικά ανέπτυξαν ευαισθησία για τη σωτηρία του. Το μόνο που τους νοιάζει είναι τα κέρδη τους και αυτά είναι που πληρώνουμε όλοι μας, αυτά είναι που έχουν καταστήσει το ρεύμα «είδος πολυτελείας» για τα λαϊκά νοικοκυριά.

Ταυτόχρονα, οι αυξήσεις που αναφέραμε δημιουργούν πολύ σοβαρά προβλήματα στις ΔΕΥΑ όλης της χώρας. Σύμφωνα με την Ένωση των Δημοτικών Επιχειρήσεων Ύδρευσης και Αποχέτευσης, η επιβάρυνση των ΔΕΥΑ έχει φτάσει από τον περασμένο Αύγουστο μέχρι σήμερα τα 50 με 55 εκατομμύρια ευρώ. Καταλαβαίνουμε όλοι τους κινδύνους που προκύπτουν στην περίπτωση που και αυτό το κόστος μετακυλιστεί στους δημότες μας.

Επιπλέον, λόγω της ακρίβειας, μία σειρά έργα βρίσκονται στάσιμα, γιατί οι εργολάβοι αποχωρούν εξαιτίας των ανατιμήσεων και πια υπάρχει ακόμα μεγαλύτερη δυσκολία ικανοποίησης βασικών αναγκών των συνδημοτών μας, λειτουργίας των πόλεών μας.

          Σε όσα λοιπόν ζητήματα, για τους λόγους που αναφέραμε, δεν μπορούν να ανταποκριθούν οι Δήμοι, η λύση που προτείνουν οι Κυβερνήσεις είναι η εκ νέου φορολόγηση των δημοτών. Δεν μπορούμε όμως να δεχτούμε την «τιμωρία» των συμπολιτών μας, μέσω της επιβολής δεύτερης και τρίτης φορολόγησης, για την παροχή υπηρεσιών που έχουν ήδη πληρώσει και έπρεπε να είναι αυτονόητες. Τη στιγμή μάλιστα, που η λαϊκή οικογένεια «στενάζει» κάτω από το βάρος της ανεργίας, της φτώχειας, της ακρίβειας στην ενέργεια και στα είδη πλατιάς κατανάλωσης. Τέτοιο «τιμωρητικό» μέτρο είναι -ανάμεσα στα άλλα- και το «τέλος ταφής» των απορριμμάτων, που τις ευθύνες των Κυβερνήσεων για τη στασιμότητα της ανακύκλωσης, τις μετακυλύει στους Δήμους και τους δημότες.

          Τα παραπάνω τα ξέρουμε όλοι. Το ερώτημα είναι γιατί δεν ικανοποιούνται τα αιτήματα και οι ανάγκες μας, γιατί η πλειοψηφία της ΚΕΔΕ επιμένει στην περιγραφή των προβλημάτων, τη στιγμή που η υπομονή έχει εξαντληθεί. Η κλασική δικαιολογία της Κυβέρνησης, η «καραμέλα» όλων των συναντήσεων, δεν ήταν άλλη πέραν των δημοσιονομικών αντοχών της ελληνικής οικονομίας, οι οποίες είναι περιορισμένες, του δυσμενούς περιβάλλοντος και των οικονομικών συνθηκών που βιώνουμε. Τις δικαιολογίες αυτές τις έχουμε αποδομήσει πολλές φορές στο παρελθόν, ήρθε όμως και η εμπλοκή της Ελλάδας στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, ώστε να αποδειχθεί πέρα από κάθε αμφισβήτηση το ανεδαφικό των εν λόγω προφάσεων. Πόροι που δεν αξιοποιήθηκαν ποτέ για τη στήριξη του λαού μας, για την προστασία της υγείας του –ακόμα και μέσω πανδημίας-, που δε χρησιμοποιήθηκαν για την προστασία του από την ακρίβεια, για τη στήριξη του εισοδήματός του, πόροι που δεν υπήρχαν ποτέ για να δοθούν στους Δήμους, ξαφνικά είναι διαθέσιμοι για να στηρίξουν τις νατοϊκές αποστολές εκτός συνόρων, που μάλιστα καθιστούν το λαό μας στόχο επιθέσεων και καμία σχέση δεν έχουν με την άμυνα της χώρας. Πρόκειται για πρόκληση.

          Ας αναρωτηθούμε όλοι, γιατί μας μιλάνε για δημοσιονομικές αντοχές της οικονομίας, αυτοί που έχουν υπονομεύσει τις παραγωγικές δυνατότητες της χώρας μας, που έχουν οδηγήσει σε καταστροφή μεγάλο μέρος της αγροτικής παραγωγής, με αποτέλεσμα, ενώ στο παρελθόν η Ελλάδα ήταν αυτάρκης σε μία σειρά προϊόντα, να παίρνουμε σήμερα πατάτες από το εξωτερικό ή αντίστοιχα, ενώ έχουμε πλούσιες πλουτοπαραγωγικές πηγές, δυνατότητες, έμπειρο προσωπικό, να μην είμαστε σε θέση να το αξιοποιήσουμε για την κάλυψη των εγχώριων αναγκών.

          Εμείς λέμε ότι αυτό που φταίει, είναι πως ο πολιτικός προσανατολισμός της σημερινής Κυβέρνησης, αλλά και των προηγούμενων, δεν είναι στην κατεύθυνση ικανοποίησης των αιτημάτων μας, των λαϊκών αναγκών, αλλά ικανοποιεί τις ανάγκες του κεφαλαίου. Αυτό αποδεικνύεται από μία σειρά παραδείγματα, ξεκινώντας από τους «αναπτυξιακούς» νόμους, τις επιδοτήσεις στους επιχειρηματικούς ομίλους και φτάνοντας ως τις δαπάνες για το ΝΑΤΟ και την πολεμική εμπλοκή.

          Όλα αυτά η πλειοψηφία της ΚΕΔΕ τα γνωρίζει και αποδέχεται την κυβερνητική πολιτική. Δεν έχουμε άλλες επιλογές, πέραν της στήριξής μας στο λαό και της αγωνιστικής διεκδίκησης. Κόντρα στους πολιτικούς σχηματισμούς και τα «πόδια» τους στην Τοπική Διοίκηση, που υπηρετούν το σύστημα.

          Η συνέλευσή μας, για να εκπληρώσει το σκοπό για τον οποίον συγκλήθηκε, οφείλει να οργανώσει τη διεκδίκηση με το λαό, για αλλαγή πολιτικής, ιεράρχηση αναγκών, προτεραιοτήτων, ώστε να ικανοποιηθούν οι ανάγκες των Δήμων και των δημοτών. Σε αυτό το δρόμο εμείς πορευόμαστε, με πιο πρόσφατο παράδειγμα την πορεία αγώνα Πάτρα – Αθήνα, στην οποία συμμετείχαν 130 φορείς της πόλης μας. Έχουμε εμπιστοσύνη στο λαό μας, θεωρούμε ότι όσο και αν σε κάποιες περιόδους τα πράγματα δείχνουν στάσιμα, αυτός είναι που θα οδηγήσει στην κοινωνική πρόοδο».