«Ραντεβού» με σημαντικό μέρος από το έργο του μεγάλου και διεθνώς καταξιωμένου γλύπτη Μέμου Μακρή, θα έχει από σήμερα Τετάρτη 22 Μαρτίου η πόλη της Πάτρας και η ευρύτερη περιοχή, μέσω της Δημοτικής Πινακοθήκης Πατρών.
Με τίτλο «Μέμος Μακρής – Από την Αθήνα στο Παρίσι 1934-1950», στις 8.00 το βράδυ ανοίγει τις πύλες της η έκθεση που διοργανώνει ο Πολιτιστικός Οργανισμός του Δήμου Πατρέων σε συνεργασία με το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης.
H έκθεση θα φιλοξενηθεί στη Δημοτική Πινακοθήκη Πατρών και θα διαρκέσει έως και το Σάββατο 29 Απριλίου. Πρόκειται για μια από τις σημαντικότερες εκθέσεις που θα φιλοξενήσει η Δημοτική Πινακοθήκη Πατρών στο πλαίσιο των δράσεών της για το 2017, στην οποία παρουσιάζονται μια σειρά από σχέδια και γλυπτικά έργα του Μέμου Μακρή από τη πρώτη φάση δημιουργίας του καλλιτέχνη.
Μέσα από τη φιλοξενία και παρουσίαση των εκθεμάτων, επιχειρείται να φωτιστεί η πρώιμη καλλιτεχνική δημιουργία του Μέμου Μακρή, της περιόδου μεταξύ Αθήνας και Παρισιού, δηλαδή τη δεκαπενταετία από το 1934, οπότε και ο νεαρός καλλιτέχνης ξεκινά τις σπουδές του στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, έως το 1950, που εγκαθίσταται οριστικά στη Βουδαπέστη.
Αφορμή για αυτή την έκθεση που πρωτοπαρουσιάστηκε από το Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τραπέζης στο Μέγαρο Εϋνάρδου στην Αθήνα, στάθηκε η ανακάλυψη μιας σειράς σχεδίων του Μέμου Μακρή από τη Σχολή Καλών Τεχνών, και κυρίως από την περίοδο της Κατοχής, στα κατάλοιπα της πρόσφατα εκλιπούσας ζωγράφου Ελένης Σταθοπούλου (1915–2016), με την οποία ο γλύπτης συνδεόταν αισθηματικά από τα χρόνια των σπουδών του και έως το 1948, οπότε γνώρισε τη μετέπειτα σύζυγό του, τη Σερβογαλλίδα Ζιζή Σίρνιτς.
Η σημασία αυτών των περίπου τριάντα φύλλων είναι κομβική για το έργο του Μακρή, δεδομένου ότι πρόκειται για τα μοναδικά σχέδιά του που σώζονται, αφού δεν μας είναι γνωστές μετέπειτα ζωγραφικές του προσπάθειες. Παράλληλα με τα λιγοστά σχέδια συγκεντρώνονται στην έκθεση και αρκετά από τα γλυπτικά έργα του Μακρή που χρονολογούνται στα χρόνια αυτά και συγκροτούν την πρώτη φάση της δημιουργίας του.
Ο Μέμος Μακρής, γλύπτης διεθνούς ακτινοβολίας, χαρακτηρίστηκε σαν ο σημαντικότερος από τους παραστατικούς Έλληνες γλύπτες. Διεθνιστής καλλιτέχνης με πλούσιο έργο, μεγάλος δημιουργός, ακούραστος αγωνιστής της ειρήνης.
Πολύτιμη παρακαταθήκη στους νεότερους, είναι το Μνημείο του Μαουτχάουζεν «Προς τιμή των θυμάτων», το μνημείο της «Διεθνούς Ταξιαρχίας», το μνημείο της «Απελευθέρωσης» στο Πετς, το «Ζευγάρι» που στόλιζε το προαύλιο της Εθνικής Πινακοθήκης, το ηρωικό «κεφάλι» που φιλοτέχνησε και δώρισε στη μνήμη των πεσόντων του Πολυτεχνείου, η «Προτομή του Λένιν» που δώρισε στο Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας και κοσμεί το αίθριο του κτιρίου της Κεντρικής Επιτροπής, το μνημείο που συμβολίζει την Αμαλιάδα - «μάνα» του Νίκου Μπελογιάννη, το οποίο κοσμεί την πλατεία της πόλης, το άγαλμα του Μάνου Κατράκη στο Κατράκειο Θέατρο, το άγαλμα από ορείχαλκο του ζωγράφου Γιάννη Τσαρούχη μπροστά στο Δημαρχείο Αμαρουσίου Αττικής, ο αδριάντας του Αρχιεπισκόπου και Εθνάρχη της Κύπρου Μακαρίου που βρίσκεται στο Προεδρικό Μέγαρο της Κύπρου, το γλυπτό που απεικονίζει την κόρη του, με τίτλο, «Η κόρη μου η Κλειώ», στη Ιεράπετρα της Κρήτης στην ομώνυμη πλατεία της πόλης.
Ο Μέμος Μακρής γεννήθηκε στην Πάτρα το 1913. Οι κοινωνικές και οικονομικές εξελίξεις της εποχής επηρέασαν από μικρή ηλικία την οικογένεια του Μέμου Μακρή και τον ίδιο. Ο πατέρας του Νικόλαος, με καταγωγή από τους Παξούς, ασχολήθηκε αρχικά με το εμπόριο σταφίδας, όμως η σταφιδική κρίση κατέστρεψε την επιχείρησή του και η οικογένεια Μακρή εγκαταστάθηκε το 1919 στην Αθήνα.
Με το τέλος των μαθητικών σπουδών του, άρχισε να εργάζεται σε μια Τεχνική Εταιρεία, όπου πολιτικοποιήθηκε και έγινε μέλος, το 1931, του Κομμουνιστικού Κόμματος.
Το 1934 ξεκίνησε σπουδές γλυπτικής στη Σχολή Καλών Τεχνών. Αρχικά, φοίτησε στο εργαστήριο του Κωνσταντίνου Δημητριάδη. Το 1937 ταξίδεψε για πρώτη φορά στο Παρίσι, όπου γνώρισε τον Απάρτη, επισκέφθηκε τη Διεθνή Έκθεση και ήρθε σε επαφή με τα έργα της ευρωπαϊκής πρωτοπορίας. Επέστρεψε στην Αθήνα και ολοκλήρωσε τις σπουδές του το 1939, στο εργαστήρι του Μιχάλη Τόμπρου.
Από τα φοιτητικά του ακόμα χρόνια, πήρε ενεργά μέρος στο εργατικό κίνημα της χώρας μας και στον κύκλο του περιοδικού «Νέοι Πρωτοπόροι», του περιοδικού που συσπείρωσε την προοδευτική διαννόηση της εποχής, που συνεργάστηκαν πολλοί σημαντικοί καλλιτέχνες όπως ο Τάσσος και που αδιαμφισβήτητα επηρρέασε την καλλιτεχνική παραγωγή τόσο της συγκεκριμένης, όσο και της μετέπειτα περιόδου, φέρνοντας σε επαφή τους έλληνες καλλιτέχνες με την επαναστατική τέχνη και το σοσιαλιστικό ρεαλισμό.
Στο διάστημα της γερμανικής κατοχής συμμετείχε στην Αντίσταση, οργανώνοντας παράνομες ομάδες καλλιτεχνών. Υπήρξε συνιδρυτής του ΕΑΜ Καλλιτεχνών, ιδρυτικό μέλος του «Καλλιτεχνικού Επαγγελματικού Επιμελητηρίου» και ένας από τους οργανωτές της Πανελλήνιας Εκθεσης του 1941 στο «Αρχαιολογικό Μουσείο», την οποία έκλεισαν οι αρχές της Κατοχής, ενώ σύστησε μαζί με τον Βασίλη Ρώτα και τον Μάνο Κατράκη το Θεατρικό Εργαστήρι στο Παγκράτι και έλαβε μέρος σε πλήθος άλλες δράσεις. Μετά την Απελευθέρωση, το ΕΑΜ ανέθεσε στον Μ. Μακρή την οργάνωση του μορφωτικού τομέα.
Μετά τα Δεκεμβριανά, χάρη στον διευθυντή του Γαλλικού Ινστιτούτου Οκτάβιο Μερλιέ, διέφυγε με υποτροφία στη Γαλλία, επιβάτης στο λίμπερτι Ματαρόα, μαζί με άλλους νέους επιστήμονες και καλλιτέχνες, αρκετοί εκ των οποίων κινδύνευαν λόγω της ένταξής τους στην Αριστερά.
Έφτασε στο Παρίσι στα τέλη του 1945. Εκεί παρακολούθησε μαθήματα κοντά στον Μαρσέλ Ζιμόν και τον Ανρί Λωράν, επισκέφθηκε εκθέσεις και εξέθεσε γλυπτά του στο Σαλόνι Νέας Γλυπτικής και στο Φθινοπωρινό Σαλόνι 1949–1950.
Ομως, το καλοκαίρι του 1950, στην περίοδο του ψυχρού πολέμου, οι γαλλικές αρχές τον απέλασαν, γιατί συμμετείχε στο Συνέδριο της Ειρήνης και σε άλλες φιλειρηνικές εκδηλώσεις. Από τότε εγκαταστάθηκε στη Βουδαπέστη, όπου καθιερώθηκε σαν ένας από τους πιο αξιόλογους γλύπτες της Ουγγαρίας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι από όλες τις πρεσβείες στις οποίες απευθύνθηκε για να γίνει δεκτός, μόνο η ουγγρική ανταποκρίθηκε θετικά, έτσι ο Μακρής, συνοδευόμενος από τη Σερβογαλλίδα σύζυγό του Ζιζή Σίρνιτς, βρέθηκε στη Βουδαπέστη. Το καθεστώς του πολιτικού πρόσφυγα δεν τον εμπόδισε να σταδιοδρομήσει στη Λαϊκή Δημοκρατία της Ουγγαρίας, όπου βρήκε όλες τις κρατικές και θεσμικές προϋποθέσεις για να δημιουργήσει, χωρίς το φόβο των διώξεων. Γρήγορα έγινε μέλος των καλλιτεχνικών συνδικαλιστικών οργάνων της χώρας, πήρε μέρος σε μεγάλες κρατικές εκθέσεις και διοργάνωσε την πρώτη ατομική του έκθεση, στην Εθνική Πινακοθήκη της Βουδαπέστης τον Απρίλιο του 1951, με έργα από την περίοδο του Παρισιού.
Η εγκατάστασή του στην Ουγγαρία, τον βοήθησε να ξεφύγει από την ατομιστική θεώρηση της τέχνης και να την αντιμετωπίσει σαν κοινωνικό φαινόμενο, σα φορέα αξιών που απευθύνεται στο πλατύ κοινό με λειτουργικό προορισμό. Εκεί, είχε την ευκαιρία να πραγματοποιήσει μνημειακά έργα σε ανοιχτούς ή κλειστούς χώρους, έργα που δημιούργησαν «σχολή» στην Ουγγαρία, δουλεμένα στο μέταλλο, χαρακτηριστικό υλικό της πενηντάχρονης προσφοράς του. Φιλοτέχνησε προτομές και αγάλματα προσωπικοτήτων διεθνούς κύρους, αλλά και απλών ανθρώπων, γυναικείες μορφές και γυμνά, ανάγλυφες και ολόγλυφες μνημειακές συνθέσεις. Χρησιμοποίησε το χαλκό, το μολύβι, την πέτρα, το μάρμαρο και την τερακότα. Ειδικά για τις συνθέσεις μεγάλων διαστάσεων χρησιμοποίησε σφυρήλατες και οξυγονοκολλημένες πλάκες χαλκού.
Για την προσφορά του, του απονεμήθηκε το ανώτατο βραβείο της Ουγγαρίας «Κόσιουτ». Κύριο περιεχόμενο της δημιουργίας του ήταν ο θρίαμβος της ειρηνικής και της ελεύθερης ζωής, μια κραυγή κατά του φασισμού και της αντίδρασης. Η αντίληψή του για την πλαστική σύνθεση του χώρου, εκφράζει τις πιο σοβαρές αναζητήσεις στο χώρο των εικαστικών τεχνών και μαζί την προσπάθεια για την ιδανική μετάπλαση του αρχαϊκού σε σύγχρονο. Τα έργα του Μ. Μακρή διακρίνονται όμως και για τον ανθρωποκεντρισμό τους. Είναι θέματα που αντλήθηκαν από βιώματα άμεσα, συγκινησιακά, από τις ανθρώπινες σχέσεις.
Ο Μακρής επέστρεψε στην Ελλάδα, για πρώτη φορά μετά τον πόλεμο, το 1974, και το 1978 εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα. Το 1975, ο καλλιτέχνης ξαναπήρε την ελληνική ιθαγένεια. Οπως χαρακτηριστικά σημείωναν: «Ο χρόνος και η απόσταση δεν αδυνάτισαν τις ρίζες του. Αφαίρεσαν, αντίθετα, τα περιγραφικά εξωτερικά στοιχεία και τόνωσαν τα κύρια και διαρκή, γενικεύοντας τους χαρακτήρες μιας βαθύτερης ελληνικότητας». Με ενθουσιασμό και συγκίνηση, στήθηκε η πρώτη του μεγάλη αναδρομική έκθεση στην Εθνική Πινακοθήκη το 1978. «Από το 1975, που απόχτησα ξανά την ιθαγένειά μου» έλεγε ο Μ. Μακρής, «έρχομαι κάθε χρόνο στην Ελλάδα. Ωστόσο τώρα νιώθω πως έρχομαι για πρώτη φορά, γιατί ήρθα με τα έργα μου μαζί. Πριν είχα το αίσθημα του τουρίστα. Τώρα ήρθα με την "ταυτότητά μου" και να δούμε ποια εντύπωση θα κάνει αυτή η ταυτότητα...».
Το 1992 πραγματοποίησε στην Γκαλερί Σκουφά την τελευταία ατομική του έκθεση, πρώτη φορά με μη ανθρώπινο θέμα: τους κάκτους. Έπειτα από σύντομη ασθένεια και ενώ προετοίμαζε αναδρομική έκθεση στη γενέτειρά του την Πάτρα, ο Μέμος Μακρής πέθανε στην Αθήνα τον Μάιο του 1993, σε ηλικία 80 ετών.
Οι μαθητές των σχολείων θα έχουν την ευκαιρία να ξεναγηθούν στην έκθεση (τηλ. επικοινωνίας για προγραμματισμό επίσκεψης: 2610 624088)
Παράλληλα θα πραγματοποιηθούν προγραμματισμένες ανοικτές ξεναγήσεις με τον ιστορικό τέχνης Γρηγόρη Αναγνώστου.
Πρόγραμμα ανοικτών ξεναγήσεων
Τρίτη 28 Μαρτίου ώρα 7.00μ.μ
Τρίτη 4 Απριλίου ώρα 7.00μ.μ
Τρίτη 25 Απριλίου ώρα 7.00μ.μ
Δημοτική Πινακοθήκη: Μαιζώνος 110 (ισόγεια αίθουσα Βιβλιοθήκης)
Ώρες λειτουργίας: Τρίτη έως Σάββατο: 10.00π.μ -3.00μ.μ
Τρίτη και Παρασκευή : 6.00μ.μ-9.00μ.μ
Κυριακή & Δευτέρα: κλειστά
www.patrasculture.gr
www.e-patras.gr
facebook.com/patrasgallery
www.facebook.com/patrasmunicipality